Τετάρτη

Γράμμα στο αφεντικό Νο2

Αφεντικό

Σου στέλνω μετά από καιρό ξανά γράμμα. Αυτή τη φορά θέλω να σου απαντήσω στην μείωση του μισθού που μου πρότεινες.

Ξέρω περνάς δύσκολες ώρες. Δεν πουλάς και δεν σε αγοράζουν. Ο ρυθμός ανάπτυξής σου έχει πέσει και τώρα βλέπεις πως από κει που το χρήμα έρεε από τα μπατζάκια σου τώρα ρέει μόνο από το ένα. Τώρα και η βενζίνη ακρίβυνε οπότε δεν μπορείς να κάνεις τα συνηθισμένα δρομολόγιά σου για Αθήνα, Θεσσαλονίκη ή όπου σε πάρουν τηλέφωνο για να πεταχτείς για ένα καφέ.

Ξέρω είναι δύσκολο να έχεις τόσους υπαλλήλους στο εργοστάσιό σου και είναι κρίμα που σκέφτεσαι να το πας Βουλγαρία όπου υπάρχουν φθηνότερα κορόιδα. Σκέφτεσαι τις οικογένειές τους. Ναι, ξέρω. Έχασες 20 κιλά από την στεναχώρια. Από 120 έγινες 100, και τα βράδια δεν μπορείς να κοιμηθείς.

Οπότε αποφάσισες ή να μας μειώσεις το μισθό ή μας είπες πως αναγκαστικά έπρεπε να διώξεις μερικούς από εμάς για να συνεχίσει το εργοστάσιό σου να δουλεύει. Και αφού το συνδικάτο μας αποφάσισε να μειωθούν οι μισθοί για να μην απολυθεί κανείς, είμαστε τώρα με υπερωρίες που δεν πληρώνονται και με κομμένο μεροκάματο.

Έχω να σου κάνω μία πρόταση λοιπόν. Πιστεύω ότι θα σου αρέσει. Θυμάμαι που μας είχες μαζέψει όλους στη καφετέρεια και μας είπες ότι αφού είμασταν μαζί στις χαρούμενες στιγμές, τότε πρέπει να είμαστε μαζί και στα δύσκολα. Και τώρα είχες πει ότι είναι δύσκολη περίοδος. Εγώ όμως αφεντικό δε θυμάμαι ποτέ να μου δίνει κανένα παχυλό μπόνους όταν το εργοστάσιο πήγαινε καλά. Ούτε θυμάμαι ποτέ να μας σχολάς νωρίτερα. Πάντα τυπικά το μεροκάματο έδινες. Τώρα όμως θες να είμαστε στις δύσκολες στιγμές μαζί; Ε, λοιπόν. Αν θες να είμαστε μαζί τότε μοίρασέ μας το εργοστάσιο. Κόψ’ το σε μετοχές ίσης αξίας και ίδιου ποσοστού για τον καθένα μας. Το ίδιο και με σένα. Κανείς λιγότερο και κανείς περισσότερο. Αφού θες να είμαστε μαζί λοιπόν. Οπότε να παλέψουμε όλοι μας ισάξια για την δουλειά μας. Αν πάλι δεν θες, τότε το βρίσκω λογικό να μας αφήσεις ήσυχους. Με τον μισθό μας όσο γράφει η σύμβασή μας. Με τις υπερωρίες μας κανονικά. Αφού δεν ήμασταν ποτέ μαζί στις χαρές τότε ας μην είμαστε ούτε στα δύσκολα. Αν δεν μπορείς τότε να το πας άλλο κύρηξε πτώχευση αφεντικό.

Λογικό δεν είναι;

Σε φιλώ
Ο δούλος σου…

????

Ήμασταν στην προσυγκέντρωση για την πορεία. Είχε μία πορεία. Κόσμος μαζεμένος. Εκεί, μας πλησιάζει ένας, μεγάλης ηλικίας, αλλά όχι τόσο μεγάλης για να τον χαρακτηρίσω και γέρο. Αφού μας ρωτάει γιατί γίνεται η πορεία του απαντώ πως μήπως χρειάζεται και λόγος για να γίνει στις μέρες μας; Μετά από μια μικρή κουβέντα, και αφού είπα ότι ίσως είναι ένας από τους παλιούς αριστερούς, τους βολεμένους, που πλέον θεώρησαν πως έδωσαν τον αγώνα τους και αποσύρθηκαν, κάνει την εξής ερώτηση. Και ενάντια σε ποιόν μάχεστε;

Στην αρχή θεώρησα γελοία την ερώτηση αυτή. Είναι εύκολο να γενικεύεις τον στόχο σου. Ναι το σύστημα είναι μία (λίγο χαζή) απάντηση. Οι τράπεζες και οι κυβερνήσεις είναι μία άλλη. Αλλά αλήθεια, ενάντια σε ποιόν μαχόμαστε;

Οι μέρες περνούσαν και μπορώ να πω πως ενώ στην αρχή μου φάνηκε αστεία η ερώτησή του, έφτασα σε σημείο να νευριάσω (μετά από μέρες). Στο τέλος αποδέχτηκα αυτό που αρνιώμουν. Αποδέχτηκα την απάντηση σε αυτή την ερώτηση. Ότι δεν ξέρουμε σε ποιόν εναντιωνόμαστε. Το προφανές είναι πως έχουμε εκνευριστεί με την υπάρχουσα κατάσταση. Έχουμε κουραστεί και δεν βλέπουμε καμία διέξοδο. Οπότε κρατάω σαν πρώτο συστατικό ότι εναντιωνόμαστε στην υπάρχουσα κατάσταση. Οπότε προκύπτει και το ανάλογο ερώτημα. Ποιος ευθύνεται για την κατάσταση; Πάλι προκύπτουν τα ίδια ερωτήματα και εδώ είναι το δύσκολο κομμάτι που μένει και αναπάντητο.

Τελικά, μου μένει η εντύπωση πως αυτό που βιώνουμε είναι μία φυσική κατάσταση. Και θα το αναλύσω.

Ιστορικά ο κόσμος πέρασε από την δουλεία στην φεουδαρχία (χοντρικά) και έπειτα έκανε την αστική του (Γαλλική) επανάσταση. Έπειτα, ήρθαν οι μηχανές. Και έτσι άρχισε μία άλλη επανάσταση, η βιομηχανική. Αναπόφευκτα, οι δούλοι άλλαξαν χέρια. Στην αρχή ήταν οι μηχανές στα χέρα της «δημοκρατικής» κοινωνίας της Αθήνας. Έπειτα στα χέρια των Ευρωπαίων της νέας Γης (αφού στο ενδιάμεσο άλλαξαν πολλά αφεντικά). Μετά, πήγαν στα χέρια των γαιωκτημώνων και από εκεί στα χέρια των αφεντικών στα εργοστάσια. Μετά όμως τα αφεντικά έγιναν όλο και περισσότερα. Ο κάθε ένας που άνοιξε και ένα μαγαζί και έκανε εμπόριο είχε και μερικούς παρατρεχάμενους. Έτσι αυξήθηκαν τα αφεντικά και μειώθηκαν οι δούλοι.

Όλα αυτά έγιναν στο καπιταλιστικό σύστημα. Στην αρχή θεωρήθηκε πως ήταν το καλύτερο σύστημα. Η ελεύθερη οικονομία, το εμπόριο, κολυμπούσες μέσα στην ευκαιρία και το αμερικάνικο όνειρο ήταν τόσο ζωντανό όσο και ο κινητήρας της Harley που μούγκριζε με τον καβαλάρη πάνω της να οργώνει τους δρόμους (τώρα που έβρισκε λεφτά να το κάνει; Απλά κρατούσε την υπεραξία από τους παρατρεχάμενους που είπα πιο πάνω).

Για να επιβιώσει όμως ένα τέτοιο σύστημα έπρεπε να πουλιούνται όλο και περισσότερα πράγματα που τα εργοστάσια έφτιαχναν. Εκεί που δεν είχες ανάγκη λοιπόν για ένα τζίπ, τώρα είπες να αποκτήσεις. Πώς να φανταστεί κανείς την ζωή του χωρίς οθόνη επίπεδη, playstation και καφετιέρα καπουτσίνο. Έτσι δημιουργήθηκαν και οι φτιαχτές ανάγκες.

Μη ξεχνάμε πως και για να δουλέψει αυτός ο κόσμος της βιομηχανίας, έπρεπε να έχει και τους εργάτες που θα δουλεύουν μαζί με τις μηχανές. Όμως τα εργοστάσια δεν ήταν στα χέρια των φτωχών, μικρών και ασήμαντων. Ήταν στα χέρια αυτών που είτε είχαν από πριν κάποιες οικονομίες (μέσω κλασικής εκμετάλλευσης), είτε στα χέρια αυτών που μπόρεσαν να ελιχθούν μέσα στα πλακόστρωτα και κακόφημα δρομάκια των αστικών κέντρων που γεννήθηκαν κατά την αστικοποίηση. Περισσότερα τα αφεντικά λοιπόν, αφού το αδηφάγο τέρας του καταναλωτισμού επέτρεψε αυτό, αλλά και ένας μεγάλος αριθμός δούλων από την άλλη (θα τους έχετε ακούσει και σαν εργαζόμενους). Στο παιχνίδι μπήκαν και τα πιστωτικά ιδρύματα και εκεί έγινε ένα μπάχαλο. Πλέον, αφού οι κανόνες ουσιαστικά στο παιχνίδι δεν υπήρχαν (ελεύθερη οικονομία αν σας λέει κάτι αυτό), το πεδίο ήταν ελεύθερο να δράσει ο καθένας κατά βούληση. Έτσι επικράτησε ο δυνατότερος. Και ποιος είναι ο δυνατότερος; Μα φυσικά αφού και το χρήμα είναι το «υπέρτατο αγαθό», αυτός που κατείχε και το περισσότερο. Και ποιός είναι αυτός; Φυσικά οι τράπεζες. Εκεί που νόμιζες ότι φυλούσες τα φλουριά. Αν και ουσιαστικά τα λεφτά που έχεις εκεί μέσα είναι δικά σου, πρακτικά η τράπεζα μπορεί να τα κάνει ότι θέλει. Να τα επενδύσει, και αν κάτι πάει στραβά να σε χτυπήσει δύο φορές στον ώμο και να σου πει: συγνώμη, η επένδυση πήγε στραβά και πτωχεύσαμε.

Εσύ βέβαια χαμένος στην κατανάλωσή σου, ξέχασες να τα διαβάσεις όλα αυτά και έψαχνες να γίνεις το νέο αφεντικό στη θέση του αφεντικού. Έτσι, ενώ έχανες λεφτά από τον κόπο σου, γυρνούσε κάποιος (βαλτός ή απόλυτα βλάκας) και σου έλεγε πως τα λεφτά στα έφαγαν οι Εβραίοι, οι μετανάστες που σου πήραν τη δουλειά και το κακό κόμμα (που σε ξεγέλασε και το ψήφισες).

Μη ξεχνάμε όμως πως μέσα σε μια τέτοια οικονομία πρέπει να υπάρχουν και δούλοι γιατί υπάρχουν και αφεντικά. Οπότε, μη σου φανεί καθόλου παράξενο πως αυτό που ζεις είναι η φυσική διαδικασία του οικονομικού συστήματος και απλά εσύ περνάς από την μεριά του θέλω να γίνω αφεντικό στην μεριά του δεν θέλω να γίνω δούλος.

Επειδή από την άλλη, μπήκαν στο παιχνίδι όλο και δυνατότεροι παίκτες, και επειδή δεν υπάρχουν κανόνες, όλο και περισσότερα αφεντικά γίνονται και αυτά δούλοι. Σίγουρα σε κάποια φάση θα είμαστε οι περισσότεροι άνεργοι ή θα δουλεύουμε για κάποια υπερ-πολυεθνική εταιρεία που θα μας πληρώνει τα ελάχιστα, και θα έχει και τα μέσα παραγωγής. Εκεί έρχεται και το μπέρδεμα. Αφού δεν μπορούν να καταναλωθούν πλέον προϊόντα, από έναν κόσμο που δεν έχει λεφτά να το κάνει, τότε και αυτές οι εταιρείες θα αρχίσουν να μαραζώνουν. Και ενώ ο κόσμος θα πεινάει αυτές θα έχουν κρατημένα τα πάντα για την πάρτη τους και θα περιμένουν να κάνουν κανένα οικονομικό τρικ να ξαναπουλήσουν. Εκεί έρχεται και η ανατροπή. Σε τέτοιο σημείο πρέπει να φτάσει λοιπόν η κοινωνία για να περάσει σε άλλο οικονομικό σύστημα.

Αλλά τελικά πάλι ποιος φταίει, και σε ποιόν εναντιώνομαι;